Αναμνήσεις από τη Σχολή και την Ύδρα

ΥΔΡΑ Η ΥΠΑΡΚΤΗ

Σαν καβατζάρεις τα Τσελεβίνια, διαπερνάς ανεπαίσθητα το αόρατο καταπέτασμα του ναού του χρόνου. Το ανύπαρκτο αναδύεται στον ορίζοντά σου, η γκρίζα οπτασία που ξεκρίνει ανάμεσα στο γαλάζιο ουρανού και θάλασσας από Ζούρβα μέχρι ’κεί κάτω στη Δύση και στα αχνά γκρέμνα της Δοκού παίρνει υπόσταση.

Η αδυναμία συνείδησης χρόνου ολοκληρώνεται σε λίγο, μόλις βρεθείς στην ορχήστρα του ανύποπτου τούτου Θεάτρου δίνοντας κάβο στην αριστερή πτέρυγα του παρασκηνίου. Το κοίλον κατάμεστο από σιωπηλά σπίτια-μάτια, μικρά ή μεγάλα, όλα το ίδιο αρχοντικά. Σε παρατηρούν να επιστρέφεις, να αποβιβάζεσαι και να πατάς τα γκριζοπόρφυρα λιθάρια με οίκτο αλλά και κατανόηση για την απουσία σου σε χρόνους και τόπους βαρβαρικούς.

Είναι η Ύδρα η υπαρκτή,
της σιωπής και της περίσκεψης,
του χαμένου σεβασμού στη γη, στο νερό,
της χαμένης ελπίδας.

Η Ύδρα, το απτό δείγμα ποιότητος ζωής, αποστομωτικό των τεχνολόγων της καταστροφής. Η ποιότητα ζωής φυσική και πνευματική απαιτεί μόχθο, ιδρώτα και κυρίως ολιγάρκεια. Οι Υδραίοι, μοναδική ίσως εξαίρεση του εύκολου συρμού της άφρενης τούτης χώρας. Μακάρι νάχουν δύναμη κι’ απαντοχή στην πολιορκία ημών των μηχανοκίνητων ποδοπατητών.

Ας είναι γεροί ν’ ανθίστανται στην μαλθακότητα ημών των Συβαριτών της κατανάλωσης και της ευκολίας. Να εξοπλίσουν τα κανόνια στους κάβους και να ταμπουρωθούν οι φρουρές τους πίσω απ’ την αύρα του Σαχτούρη, του Κουντουριώτη, του Μιαούλη και των άλλων, έτοιμες ν’ ανοίξουν πυρ στην εισβολή του μιαρού μας πολιτισμού.

Να μην αφήνουν κανένα να περνά το βεληνεκές των κανονιών τους, αν δεν παρέχει διαβεβαίωση σεβασμού στην ιερότητα του χώρου και της σιωπής του. Είναι οι μόνοι ίσως που πρέπει να ορθώσουν τείχος νοητό ανάμεσα στην Ύδρα την άχρονη και τη λοιπή Χώρα της αδυσώπητης αυτοκαταστροφής.

«Ανεπαισθήτως ας μάς κλείσουν από τον κόσμο τους έξω
με περίσκεψιν, χωρίς λύπην και χωρίς αιδώ,
μεγάλα κι υψηλά γύρω μας να κτίσουν τείχη».

Ευχαριστούμε τη Λέσχη για την θραύση του παραπετάσματος.

Κωνσταντίνος Ζουμής
(Απόφοιτος 1964)